Tuesday, November 4, 2008

Ορθώνονται οι φλέβες μου γυμνές
χορδές κιθάρας
που ανέμελα χαϊδεύεις
σαν μουσική
ανάμεσ' απ' τα δάχτυλά σου
γλυστρούν
οι σφυγμοί μου
κι αρκεί
μίαν απλή κίνηση
μονάχα
για να ολοκληρωθεί η συμφωνία.

Κι έτσι,
μ' ένα σου τίναγμα
σπας
τις χορδές μου.
μικρή παύση
κι ύστερα, ρέω ανεξέλεγκτα
μες στο δωμάτιο
και σβήνω.

Συγχαρητήρια, λοιπόν.
επιτέλους
ολοκλήρωσες τη συμφωνία.
Έτσι βγήκες από μέσα μου
λαθραία
μαζί με κάποιον στεναγμό.
ήσουν, όμως, ικανότατος διαρρήκτης
δε μου άφησες τίποτε
ούτε, καν
μια μικρή αναστάτωση
ίσα να σε καταλάβω
να προσπαθήσω ν' αμυνθώ.

Δεν πειράζει, όμως
έμαθα τώρα
θα σφαλίζω καλύτερα τις πόρτες
να ταλαιπωρήσω λιγάκι τους επόμενους
τουλάχιστον-
πού ξέρεις, βέβαια
ίσως και να καταφέρω να τους κρατήσω, τελικά
τι κι αν εσύ μου έφυγες...

Wednesday, October 22, 2008

Οξύς εγείρεται ο ουρανός, απόψε
γέρασαν, βλέπεις, οι σφυγμοί του
τρυπούν τις σάπιες σου κλειδώσεις
και συφιλλιάζουνε τ' αγάλματα
ως το πρωί
όταν μελανιασμένες διαστέλλονται οι κόρες σου
μπροστά στη λάγνα αποσύνθεση
καθώς κοιτάς
να κρύψεις
τις ξηλωμένες άμυνές σου
σε ληξιπρόθεσμη ενοχή.

Sunday, July 6, 2008

Πάλι πέθαινα στον ύπνο μου,
εχθές. ξένο χέρι
τούτη τη φορά
πάτησε τη σκανδάλη.
Ξανά. Και ξανά.

Κράτησα, όμως, τα προσχήματα.
έτρεξα
και παραπάτησα επιμελώς
την έξαψή μου έκανα τρόμο
και τον έμπηξα βαθιά στο βλέμμα
ίσα για να το δεις εσύ
να σε γελάσω
να μη μ' αντιληφθείς.

Κι ύστερα, η σφαίρα, στη στιγμή
σφηνώθηκε στο στήθος μου. Κι άλλη μια. Κι άλλη μια.
Ασήμι κι αίμα
στάξανε στα χέρια μου
μ' απόλυτη ειλικρίνεια. ήταν πανέμορφα...

Μα, πόσο εύκολα με πρόδωσε ο ύπνος!
Ξύπνησα κάθυγρη
κοίταξα τα δάχτυλά μου. ήταν κόκκινα.
Στις χαμηλόφωνες αφές σου
διαγράφονται ήχοι διάτρητοι
τ' αόρατο, ορατό
κι εσύ από πίσω.
μια πολιτεία ολόκληρη
που αντιλαμβάνεσαι
μόνο σαν δεν υπάρχει τίποτ' άλλο.

Όλα στο τίποτα, και τίποτε δικό σου
μα, στο δικό σου "τίποτα", σ' ανήκουν όλα
κι είσαι ο μόνος που λείπει απ' αυτά
για να το διαπιστώσεις.

Όλα υπάρχουν, μα όλα σβήνονται
κι εσύ από πίσω
ν' αναζητάς το ξαφνικό, να κρίνεις τ' άδικο
και να μη σβήνεις
κι ας μη σου μένει, πλέον, τίποτ' άλλο.
Βουλιάζω σε μια υπόλευκη αρμονία
κάπου ανάμεσα στο τέλος της στιγμής
και στην αρχή της σκέψης.
Κι ίσως σε δω
πριν υποκύψω στο στερνό φιλί της Μέδουσας.
κι ίσως σε νιώσω
πριν στης παλίρροιας το κάλεσμα δοθώ.

Sunday, May 4, 2008

Πόσο βαθύ το ράγισμα στα μάτια σου
υπό λανθάνουσα μορφή
μα, σ' αποδίδει αλάνθαστα
σ' άριστο χρόνο.

Πόσο βαθύ το ράγισμα στα μάτια σου
αφή, που τρέμει στην υπόνοια
γδαρμένος ήχος
που δε σ' άγγιξε ποτέ
φθαρμένος στίχος.

Πόσο βαθύ το ράγισμα στα μάτια σου
σε παραισθήσεις
τις σιωπές σου μεταφράζει.
σε σπάει σε χίλιους ουρανούς
που ψεύδονται
σαν ένας.
Αλλοιωμένος ο αέρας στο δωμάτιο
το φως ετοιμοθάνατο
παγώνει, πάνω μου
χλωμιάζει.

Απόκοσμη η άνοιξη, και φέτος.
παραίσθηση
θανάτου.

Tuesday, February 26, 2008

Το φως που ξεπηδάει απ' τις κορφές
παραμονεύω
πρώτος εγώ να βρω αυτό που ψάχνει
αιώνες, τώρα, και καιρούς
όσο ανεβαίνει στους γαλάζιους ουρανούς
μήπως τα καταφέρω κι ανακτήσω τα χαμένα μου.

Παραμονεύω την ηχώ
πρώτος εγώ να δώσω την φωνή μου
και να την πάρω πίσω.
ν' ακούσω πρώτα εγώ το μυστικό
μήπως τα καταφέρω κι ακούσω την ψυχή μου.

Τον άνεμο παραμονεύω
πρώτος εγώ να βρω πού θα σταθεί
και πού θα φύγει πάλι
ποιον κόσμο θ' αγκαλιάσει
κι ίσως κι εγώ να βρω μιαν αγκαλιά δικιά μου.